εύκρατος
(προωθήθηκε από εύκρατο)Μεταφράσεις
εύκρατος
('efkratos) αρσενικόεύκρατη
('efkrati) θηλυκόεύκρατο
temperate ('efkrato) ουδέτεροεπίθετο
με μέτριες θερμοκρασίες εύκρατο κλίμα εύκρατες χώρες
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.