Εύπιστος - ορισμός του εύπιστος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b5%cf%8d%cf%80%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.587.312.145
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
εύπιστος
Μεταφράσεις
εύπιστος
(
'efpistos
)
αρσενικό
εύπιστη
(
'efpisti
)
θηλυκό
εύπιστο
credulous
(
'efpisto
)
ουδέτερο
επίθετο
που πιστεύει εύκολα ό,τι του λένε
crédule
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ευλυγισία
ευλύγιστη
ευλύγιστο
ευλύγιστος
ευμεγέθης
ευμενής
ευμετάβλητος
Ευμορφία
εύνοια
ευνοϊκή
ευνοϊκό
ευνοϊκός
ευνοιοκρατία
ευνοούμενη
ευνοούμενο
ευνοούμενος
ευνούκος
ευνουχίζω
ευνουχισμός
ευνούχος
ευνοώ
ευοίωνος
ευπάθεια
ευπαθής
ευπαρουσίαστη
ευπαρουσίαστο
ευπαρουσίαστος
εύπεπτος
εύπιστη
εύπιστο
εύπιστος
εύπλαστη
εύπλαστο
εύπλαστος
εύπορος
ευπρέπεια
ευπρεπές
ευπρεπής
ευπροσάρμοστος
ευπρόσδεκτη
ευπρόσδεκτο
ευπρόσδεκτος
ευπροσήγορος
ευπρόσιτος
Ευρασία
Ευρασία-Αφρική
ευρεία ζώνη
εύρεση
ευρετήριο
ευρετικός
ευρέως
εύρημα
Ευριπίδης
ευρισκόμενος
εύρος
ευρυζωνικός
ευρύς
ευρύτερος
ευρύχωρη
ευρύχωρο
ευρύχωρος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close