Θάψιμο - ορισμός του θάψιμο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b8%ce%ac%cf%88%ce%b9%ce%bc%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.605.378.531
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
θάψιμο
Μεταφράσεις
θάψιμο
enterrement
(
'θapsimo
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
ταφή
enterrement
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
θανάσιμος
θανατηφόρα
θανατηφόρο
θανατηφόρος
θανατική
θανατική ποινή
θανατικό
θανατικός
θάνατος
θανατώνω
θαρραλέα
θαρραλέο
θαρραλέος
θάρρος
θαρρώ
θαύμα
θαυμάζω
θαυμάσια
θαυμάσιο
θαυμάσιος
θαυμασμός
θαυμαστής
θαυμαστικό
θαυμαστός
θαυμάστρια
θαυματοποιός
θαυματουργή
θαυματουργικός
θαυματουργό
θαυματουργός
θάψιμο
θεα
θεά
θέα
θέαμα
θεαματική
θεαματικό
θεαματικός
θεαματικότητα
θεατής
θεατρική
θεατρικό
θεατρικό έργο
θεατρικός
θεατρικός συγγραφέας
θεατρινίστικος
θεατρίνος
θέατρο
θέατρο σκιών
θέατρο του παραλόγου
Θέατρο/ όπερα
θεια
θεία
Θεία Ευχαριστία
θεία κοινωνία
θειάφι
θειικός
θεϊκή
θεϊκό
θεϊκός
θείο
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close