θαυματουργός
Μεταφράσεις
θαυματουργός
(θavmatur'ɣos) αρσενικόθαυματουργή
(θavmatur'ʝi) θηλυκόθαυματουργό
miraculous (θavmatur'ɣo) ουδέτεροεπίθετο
1. που κάνει θαύματα θαυματουργή εικόνα
2. εντυπωσιακά αποτελεσματικός θαυματουργό φάρμακο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.