θετικός
(προωθήθηκε από θετικό)Μεταφράσεις
θετικός
(θeti'kos) αρσενικόθετική
(θeti'ci) θηλυκόθετικό
positive, assertiveإِيجَابِيّpozitivnípositivpositivpositivopositiivinenpositifpozitivanpositivo確信している적극적인positiefpositivpozytywnypositivoпозитивныйpositivซึ่งมองในแง่ดีolumluchắc chắn肯定的положителенחיובי (θeti'ko) ουδέτεροεπίθετο
1. καταφατικός, που συμφωνεί θετική απάντηση
2. καλός, ευνοϊκός θετική αντίδραση θετικά αποτελέσματα
3. πρακτικός οι θετικές επιστήμες θετικό μυαλό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.