θεόρατος
(προωθήθηκε από θεόρατη)Μεταφράσεις
θεόρατος
(θe'oratos) αρσενικόθεόρατη
(θe'orati) θηλυκόθεόρατο
humongous (θe'orato) ουδέτεροεπίθετο
πολύ μεγάλων διαστάσεων θεόρατο κτίριο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.