Κάστρο από άμμο - ορισμός του κάστρο από άμμο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%ac%cf%83%cf%84%cf%81%ce%bf+%ce%b1%cf%80%cf%8c+%ce%ac%ce%bc%ce%bc%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.730.776.483
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κάστρο από άμμο
Μεταφράσεις
κάστρο από άμμο
قَلْعَةٌ مِنَ الرَّمَال
κάστρο από άμμο
hrad z písku
κάστρο από άμμο
sandslot
κάστρο από άμμο
Sandburg
κάστρο από άμμο
sandcastle
κάστρο από άμμο
castillo de arena
κάστρο από άμμο
hiekkalinna
κάστρο από άμμο
château de sable
κάστρο από άμμο
dvorac od pijeska
κάστρο από άμμο
castello di sabbia
κάστρο από άμμο
砂のお城
κάστρο από άμμο
모래성
κάστρο από άμμο
zandkasteel
κάστρο από άμμο
sandslott
κάστρο από άμμο
zamek z piasku
κάστρο από άμμο
castelo de areia
κάστρο από άμμο
замок из песка
κάστρο από άμμο
sandslott
κάστρο από άμμο
ปราสาททราย
κάστρο από άμμο
kumdan kale
κάστρο από άμμο
lâu đài cát
κάστρο από άμμο
沙塔
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κασέτα
κασετίνα
κασετόφωνο
κασίδα
κάσκα
κασκαντέρ
κασκέτο
κασκόλ
κασμάς
κασμίρ
κασμίρι
κασονάκι
κασόνι
κάσσια
Κασσιόπη
κασσίτερος
κασσιτερόχαλκος
κάστα
καστανή
καστανιά
καστανό
κάστανο
καστανό ρύζι
καστανός
κάστορας
καστόρι
καστόρινη
καστόρινο
καστόρινος
κάστρο
κάστρο από άμμο
κατ' αρχάς
κατ' αρχήν
κατά
κατά μεγάλο μέρος
κατά πόσον
κατά προσέγγιση
κατά προτίμηση
κατά τη διάρκεια
κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού
κατά το ήμισυ
κατά το φθνόπωρο
καταβάλλω
καταβασανίζω
κατάβαση
καταβεβλημένος
καταβιβάζω
καταβιβασμός(ο)
καταβολισμός
καταβρεχτήρας
καταβρέχω
καταβροχθίζω
καταβυθίζω
καταγάλανος
καταγγελία
καταγγέλλω
καταγγέλνω
καταγγέλω
καταγής
κάταγμα
κατάγομαι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close