Καίσιο - ορισμός του καίσιο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%b1%ce%af%cf%83%ce%b9%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.663.933.314
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
καίσιο
Μεταφράσεις
καίσιο
caesium
καίσιο
césium
καίσιο
cesio
Πλοηγός λέξεων
?
▲
Κάιν
Καινή Διαθήκη
καινός
καινοτομία
καινοτομικός
καινοτόμος
καινοτομώ
καινούργιος
καινούρια
καινούριο
καινούριος
καινοφανής
καίρια
καιρική
καιρικό
καιρικός
καίριο
καίριος
Κάιρο
καιρός
καιροσκοπία
καιροσκοπώ
Καίσαρ
καίσαρας
καισαρική
καισαρική τομή
καισαρικό
καισαρικός
καισαρισμός
καισαροπαπισμός
καίσιο
καίτοι
καίω
κακά
κακάο
κακαρίζω
κακατούα
κακεντρέχεια
κακεντρεχής
κακή-ιά
κακί
κακία
κακό
κακοαναθρεμμένη
κακοαναθρεμμένο
κακοαναθρεμμένος
κακόβουλος
κακόγουστη
κακόγουστο
κακόγουστος
κακοδιαβάζω
κακοδιαθεσία
κακοδιάθετη
κακοδιάθετο
κακοδιάθετος
κακοδικία
κακοήθες
κακοηθής
κακοήθης
κακοκαιρία
κακόκεφη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close