Κατάσχω - ορισμός του κατάσχω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%ac%cf%83%cf%87%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.660.757.320
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κατάσχω
Μεταφράσεις
κατάσχω
confiscate
,
seize
,
sequester
κατάσχω
confisquer
,
réquisitionner
κατάσχω
يُصَادِرُ
κατάσχω
zabavit
κατάσχω
konfiskere
κατάσχω
beschlagnahmen
κατάσχω
confiscar
κατάσχω
takavarikoida
κατάσχω
zaplijeniti
κατάσχω
confiscare
κατάσχω
没収する
κατάσχω
압수하다
κατάσχω
in beslag nemen
κατάσχω
konfiskere
κατάσχω
skonfiskować
κατάσχω
confiscar
κατάσχω
конфисковать
κατάσχω
beslagta
κατάσχω
ยึดทรัพย์
κατάσχω
el koymak
κατάσχω
tịch thu
κατάσχω
没收
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κατάσταση ονομάτων
καταστατικό
καταστέλλω
κατάστημα
κατάστημα αφορολόγητων ειδών
κατάστημα δώρων
κατάστημα με ηλεκτρονικά παιχνίδια
κατάστημα με φυτά και είδη κήπου
κατάστημα παπουτσιών
κατάστημα πώλησης οινοπνευματωδών ποτών
κατάστημα σιδηρικών
κατάστημα φιλανθρωπικής οργάνωσης
καταστηματάρχης
καταστηματάρχισσα
κατάστιχο
καταστολή
καταστρεμμένος
καταστρεπτική
καταστρεπτικό
καταστρεπτικός
καταστρέφομαι
καταστρέφω
καταστροφή
καταστροφικά
καταστροφική
καταστροφικό
καταστροφικός
κατάστρωμα
καταστρώνω
κατάσχεση
κατάσχω
κατάταξη
κατατάσσομαι
κατατάσσω
κατατεμαχισμός
κατατομή
κατατοπίζω
κατατοπιστικός
κατατρεγμένη
κατατρεγμένο
κατατρεγμένος
κατατρέχω
κατατρομάζω
καταυλισμός
καταφανής
καταφατικά
καταφατική
καταφατικό
καταφατικός
καταφέρνω
καταφέρω
καταφεύγω
καταφεύγω σε
καταφθάνω
καταφορά
κατάφορτος
καταφρόνια
καταφύγιο
καταφύγιο άγριας ζωής
κατάφωρος
καταχαίρομαι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close