κατακτητής
(προωθήθηκε από κατακτήτρια)Μεταφράσεις
κατακτητής
(katakti'tis)ουσιαστικό αρσενικό
κατακτήτρια
conquérantconquerorconquistadorالفاتح征服者征服者Erobrerenהכובש征服者정복자 (kata'ktitria) θηλυκόουσιαστικό
κυρίαρχος
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.