Κατηγμένη - ορισμός του κατηγμένη από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%b7%ce%b3%ce%bc%ce%ad%ce%bd%ce%b7
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.764.844.009
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κατηγμένη
Μεταφράσεις
κατηγμένη
applicant
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κατέβασμα(το)
κατεδαφίζω
κατεδάφιση
κατειλημμένη
κατειλημμένο
κατειλημμένος
κατεπείγον
κατεπείγουσα
κατεπείγων
κατεργάζομαι
κατεργάρα
κατεργάρης
κατεργασία
κατεργασμένος
κάτεργο
κατέρχομαι
κατεσβεϊανός
κατεστημένο
κατευθείαν
κατ'ευθείαν
κατευθύνομαι
κατεύθυνση
κατευθύνω
κατευνάζω
κατεχόμενος
κατέχω
κατεψυγμένη
κατεψυγμένο
κατεψυγμένος
κατήγγειλα
κατηγμένη
κατηγόρημα
κατηγορηματική
κατηγορηματικό
κατηγορηματικός
κατηγορητικός
κατηγορία
κατηγοριοποίηση
κατηγοριοποιώ
κατήγορος
κατηγορούμενη
κατηγορούμενο
κατηγορούμενος
κατηγορώ
κατήφεια
κατηφής
κατηφόρα
κατηφορίζω
κατηφορική
κατηφορικό
κατηφορικός
κατήφορος
κατήχηση
κατηχώ
κάτι
Κάτι με τσίμπησε
Κάτι μπήκε στο μάτι μου
κατιόν
κατιονικός
κατιούσα
κάτισχνος
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close