Κλαμένο - ορισμός του κλαμένο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%bb%ce%b1%ce%bc%ce%ad%ce%bd%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.588.772.826
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κλαμένος
(προωθήθηκε από
κλαμένο
)
Μεταφράσεις
κλαμένος
(
kla'menos
)
αρσενικό
κλαμένη
(
kla'meni
)
θηλυκό
κλαμένο
(
kla'meno
)
ουδέτερο
επίθετο
που φαίνεται ότι έχει κλάψει
en pleurs les yeux en larmes
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κισσός
κιτ
κιτάπι
Κιτρικό οξύ
κιτρικός
κίτρινη
κίτρινη κάρτα
κιτρινίζω
κιτρινισμός
κίτρινο
κίτρινος
κιτρινωπός
κίτρο
κιτς
κλαβεσίνο
κλαβιέ
κλαγγή
κλαδάκι
κλάδεμα
κλαδευτήρι
κλαδεύω
κλαδί
κλαδἁκι
κλάδος
κλαίγομαι
κλαίω
κλαίω με λυγμούς
κλακέτες
κλάμα
κλαμένη
κλαμένο
κλαμένος
κλαμπ
κλανιά
κλάνω
κλάξον
κλάπα
Κλάραμπελ
κλαρί
κλαρινετίστας
κλαρινέτο
κλαρίνο
κλασέρ
κλάση
κλασική
κλασικό
κλασικός
κλάσμα
κλασματικός
κλασματοποιώ
κλασσικός
κλαυθμηρίζω
κλαψιάρα
κλαψιάρης
κλαψίαρης
κλαψιάρικο
κλάψιμο
κλαψουίζω
κλαψουρίζω
κλέβω
κλείδα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close