κοινός
Μεταφράσεις
κοινός
(ci'nos)κοινή
(ci'ni) θηλυκόκοινό
common, public, ordinary, vulgar, commonplace, jointkomunacommuncomúncomunecomumfællesgemensamma (ci'no) ουδέτεροεπίθετο
1. που ανήκει και σε άλλον κοινή απόφαση
μαζί
μαζί
2. ίδιος κοινά χαρακτηριστικάσημεία
3. συνηθισμένος κοινά ρούχα
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.