Κοράλι - ορισμός του κοράλι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%bf%cf%81%ce%ac%ce%bb%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.769.887.695
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κοράλι
Μεταφράσεις
κοράλι
مَرْجَان
κοράλι
korál
κοράλι
koral
κοράλι
Koralle
κοράλι
coral
κοράλι
coral
κοράλι
koralli
κοράλι
corail
κοράλι
koralj
κοράλι
corallo
κοράλι
珊瑚
κοράλι
산호
κοράλι
koraal
κοράλι
korall
κοράλι
koral
κοράλι
coral
κοράλι
коралл
κοράλι
korall
κοράλι
หินปะการัง
κοράλι
mercan
κοράλι
san hô
κοράλι
珊瑚
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κοπανίζω
κόπανος
Κοπεγχάγη
κοπέλα
κοπή
κόπηκα
Κόπηκε
Κόπηκε η γραμμή
κοπηλ
κοπηλατώ
κόπια
κοπιάζω
κοπιαστικός
κοπίδι
κοπιράιτ
κόπιτσα
κόπλο
κόπος
κόπρανα
κοπριά
κοπρόσκυλος
κοπροφαγία
κοπρόχωμα
κοπτήρας
κοπτικός
κόπωση
κόρα
κοραίνω
κόρακας
κοράκι
κοράλι
κοράλλι
Κοράνι
Κοράνιο
Κόραξ
κορδέλα
κορδέλα για τα μαλλιά
Κορδήλια
κορδίτης
κορδόνι
κορδώνομαι
Κορέα
Κορεάτης
κορεατικά
κορεατικός
κορεννύω
κορεσμένος
κορεσμός
κόρη
κόρη ματιού
Κορίνθια
κορινθιακός
Κορίνθιος
Κορινθίους
Κόρινθος
κοριός
κοριτσάκι
κορίτσι
κοριτσίστικη
κοριτσίστικο
κοριτσίστικος
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close