Κουπαστή σκάλας - ορισμός του κουπαστή σκάλας από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%bf%cf%85%cf%80%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%ae+%cf%83%ce%ba%ce%ac%ce%bb%ce%b1%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.722.304.782
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κουπαστή σκάλας
Μεταφράσεις
κουπαστή σκάλας
دَرابِزين
κουπαστή σκάλας
zábradlí
κουπαστή σκάλας
gelænder
κουπαστή σκάλας
Geländer
κουπαστή σκάλας
banister
κουπαστή σκάλας
barandilla
,
pasamanos
κουπαστή σκάλας
kaide
κουπαστή σκάλας
rampe
κουπαστή σκάλας
ograda na stubištu
κουπαστή σκάλας
ringhiera
κουπαστή σκάλας
手すり
κουπαστή σκάλας
난간
κουπαστή σκάλας
trapleuning
κουπαστή σκάλας
gelender
κουπαστή σκάλας
poręcz
κουπαστή σκάλας
corrimão
κουπαστή σκάλας
балясина
κουπαστή σκάλας
trappräcke
κουπαστή σκάλας
ราวระเบียง
κουπαστή σκάλας
trabzan
κουπαστή σκάλας
tay vịn
κουπαστή σκάλας
扶栏
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κουλτούρα
Κουμαμότο
κουμαντάρω
κουμάντο
κουμπάρα
κουμπαράς
κουμπάρος
κουμπι
κουμπί
κουμπότρυπα
κουμπώνομαι
κουμπώνω
κουνάβι
κουνάω
κουνέλι
κούνελο
κουνελοφωλιά
κούνημα
κούνια
κούνια μωρού
κουνιάδα
κουνιάδος
κουνιέμαι
κουνιστή καρέκλα
κουνούπι
κουνουπίδι
κουνουπιέρα
κουνώ
κούπα
κουπαστή
κουπαστή σκάλας
κουπί
κουπιά
κουπόνι
κουπόνι δώρου
κουράγιο
Κουράγιο!
κουράδα
κουράζομαι
κουράζω
κούραση
κουρασμένη
κουρασμένο
κουρασμένος
κουραστική
κουραστικό
κουραστικός
κουραφέξαλα
κουρδίζω
κουρδικά
κουρδικός
Κουρδιστάν
κουρδιστής
Κούρδος
κουρέας
κουρείο
κουρέλι
κουρελιάζω
κουρελιασμένη
κουρελιασμένο
κουρελιασμένος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close