Κοφτός - ορισμός του κοφτός από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%bf%cf%86%cf%84%cf%8c%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.656.895.248
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κοφτός
Μεταφράσεις
κοφτός
(
ko'ftos
)
κοφτή
(
ko'fti
)
θηλυκό
κοφτό
curt
,
abrupt
brusque
,
cassant
,
précis
(
ko'fto
)
ουδέτερο
επίθετο
γεμάτος ως το χείλος δοχείου
ras
; rase
ένα κοφτό κουτάλι αλεύρι
une cuillère rase de farine
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κουτσομπόλα
κουτσομπολεύω
κουτσομπόλης
κουτσομπολιό
κουτσός
κουτσουλιά
κουτσουρεύω
κούτσουρο
κουφά
κουφαίνομαι
κουφαίνω
κουφάλα
κουφαμάρα
κουφάρι
κουφέτο
κουφή
κούφια
κούφιο
κούφιος
κουφό
κουφός
κούφωμα
κόφα
κοφίνι
κοφτά
κοφτερή
κοφτερό
κοφτερός
κοφτή
κοφτό
κοφτός
κοχή
κόχη
κοχλάζω
κοχλίας
κοχύλι
κόψη
κοψιά
κοψίδι
κόψιμο
κοψοχολιάζω
κραγιόν
κραγιόνι
κραδαίνω
κραδασμός
κράζω
κραιπάλη
κράκερ
κράμα
κραματοποιώ
κράμβη
κράμπα
κράνα
κρανιά
κρανίο
κράνιο
κρανιομετρικός
κρανιοτομή
κρανιοτομία
κράνος
κράση
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close