Κτηνοτροφία - ορισμός του κτηνοτροφία από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%cf%84%ce%b7%ce%bd%ce%bf%cf%84%cf%81%ce%bf%cf%86%ce%af%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.364.579.195
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κτηνοτροφία
Μεταφράσεις
κτηνοτροφία
животноводство
pecuária
животновъдство
(
ktinotro'fia
)
ουσιαστικό
θηλυκό
συντήρηση ζώων για οικονομικούς λόγους
é
levage
αρσενικό
du bétail
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κρυστάλλινο
κρυστάλλινος
κρύσταλλο
κρυσταλλογραφία
κρυσταλλογραφικός
κρύσταλλος
κρυσταλλοτρίοδος
κρυφά
κρυφακούω
κρυφή
κρυφό
κρυφογελώ
κρυφοκοιτάζω
κρυφομιλώ
κρυφός
κρυφοσμίγω
κρυφτό
κρυψίνους
κρυψώνα
κρυψώνας
κρύωμα
Κρυώνω
κτένι
κτήμα
κτηματίας
κτηματομεσίτης
κτηνιατρικός
κτηνίατρος
κτηνοβασία
κτήνος
κτηνοτροφία
κτηνοτρόφος
κτηνώδες
κτηνώδης
κτηνωδία
κτήριο
κτήση
κτητική
κτητικό
κτητικός
κτίζω
κτίριο
κτίσιμο
κτίσμα
κτίστης
κτλ
κτλ.
κτύπημα
κυάλια
κυανός
κυανοτυπία
κυάνωση
κυβερνάω
κυβέρνηση
κυβερνήτης
κυβερνητική
κυβερνητικό
κυβερνητικός
κυβερνήτρια
κυβερνοχώρος
κυβερνόχωρος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close