Κόβω σε κομμάτια - ορισμός του κόβω σε κομμάτια από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%cf%8c%ce%b2%cf%89+%cf%83%ce%b5+%ce%ba%ce%bf%ce%bc%ce%bc%ce%ac%cf%84%ce%b9%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.602.009.771
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κόβω σε κομμάτια
Μεταφράσεις
κόβω σε κομμάτια
يُقَطِّعُ
κόβω σε κομμάτια
rozkrájet
κόβω σε κομμάτια
skære op
κόβω σε κομμάτια
zerschneiden
κόβω σε κομμάτια
cut up
κόβω σε κομμάτια
cortar en pedazos
κόβω σε κομμάτια
pilkkoa
κόβω σε κομμάτια
découper
κόβω σε κομμάτια
izrezati
κόβω σε κομμάτια
tagliare a pezzetti
κόβω σε κομμάτια
切り分ける
κόβω σε κομμάτια
잘게 자르다
κόβω σε κομμάτια
in stukken snijden
κόβω σε κομμάτια
skjære opp
κόβω σε κομμάτια
pokroić
κόβω σε κομμάτια
cortar em pedaços
κόβω σε κομμάτια
разрезать
κόβω σε κομμάτια
uppröra
κόβω σε κομμάτια
ตัดเป็นชิ้นๆ
κόβω σε κομμάτια
parçalara bölmek
κόβω σε κομμάτια
cắt ra từng mảnh
κόβω σε κομμάτια
切碎
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κλουβί
κλούβια
κλουβιάζω
κλούβιο
κλούβιος
κλπ
κλυδωνίζομαι
Κλυμενη
κλωνάρι
κλωνοποιώ
κλώνος
κλώσα
κλωσάω
κλώσημα
κλωστή
κλώστης
κλωσώ
Κνέσετ
κνήμη
κνησμώδης
κνίδωση
κνούτο
Κνωσός
κο
κοάζω
κοάλα
κοβάλτιο
κόβομαι
κόβω
κόβω κομματάκια
κόβω σε κομμάτια
κόβω σε φέτες
κόβω σε φιλέτο
κογιότ
κογκρέσο
κόγχη
κοζάκικος
κοιλάδα
κοίλη
κοιλιά
κοιλιακή
κοιλιακό
κοιλιακός
κοιλίτσα
κοίλο
κοίλος
κοιλότητα
κοιμάμαι
Κοιμηθήκατε καλά;
κοιμήσης
κοιμητήρι
κοιμητήριο
κοιμίζω
κοιμισμένη
κοιμισμένο
κοιμισμένος
κοιμιστικός
κοιμώμενος
κοινή
κοινή γνώμη
κοινή λογική
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close