Κόβω σε φέτες - ορισμός του κόβω σε φέτες από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%cf%8c%ce%b2%cf%89+%cf%83%ce%b5+%cf%86%ce%ad%cf%84%ce%b5%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.725.012.586
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κόβω σε φέτες
Μεταφράσεις
κόβω σε φέτες
يُشَرِّحُ
κόβω σε φέτες
krájet
κόβω σε φέτες
skære i skiver
κόβω σε φέτες
schneiden
κόβω σε φέτες
slice
κόβω σε φέτες
rebanar
κόβω σε φέτες
viipaloida
κόβω σε φέτες
trancher
κόβω σε φέτες
rezati na kriške
κόβω σε φέτες
affettare
κόβω σε φέτες
薄く切る
κόβω σε φέτες
얇게 베다
κόβω σε φέτες
in plakken snijden
κόβω σε φέτες
skjære skiver
κόβω σε φέτες
pokroić
κόβω σε φέτες
fatiar
κόβω σε φέτες
нарезать
κόβω σε φέτες
skiva
κόβω σε φέτες
ตัดเป็นแผ่นบาง
κόβω σε φέτες
dilimlemek
κόβω σε φέτες
cắt lát
κόβω σε φέτες
切片
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κλούβια
κλουβιάζω
κλούβιο
κλούβιος
κλπ
κλυδωνίζομαι
Κλυμενη
κλωνάρι
κλωνοποιώ
κλώνος
κλώσα
κλωσάω
κλώσημα
κλωστή
κλώστης
κλωσώ
Κνέσετ
κνήμη
κνησμώδης
κνίδωση
κνούτο
Κνωσός
κο
κοάζω
κοάλα
κοβάλτιο
κόβομαι
κόβω
κόβω κομματάκια
κόβω σε κομμάτια
κόβω σε φέτες
κόβω σε φιλέτο
κογιότ
κογκρέσο
κόγχη
κοζάκικος
κοιλάδα
κοίλη
κοιλιά
κοιλιακή
κοιλιακό
κοιλιακός
κοιλίτσα
κοίλο
κοίλος
κοιλότητα
κοιμάμαι
Κοιμηθήκατε καλά;
κοιμήσης
κοιμητήρι
κοιμητήριο
κοιμίζω
κοιμισμένη
κοιμισμένο
κοιμισμένος
κοιμιστικός
κοιμώμενος
κοινή
κοινή γνώμη
κοινή λογική
κοινό
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close