Κόρακας - ορισμός του κόρακας από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%cf%8c%cf%81%ce%b1%ce%ba%ce%b1%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.600.272.943
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κόρακας
Μεταφράσεις
κόρακας
Krähe
,
Rabe
raven
,
crow
cuervo
corbeau
varjú
corvo
kruk
ворон
kråka
karga
(
'korakas
)
ουσιαστικό
αρσενικό
μαύρο μεγαλόσωμο πουλί
corbeau
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κοπανατζής
κοπανάω
κοπανίζω
κόπανος
Κοπεγχάγη
κοπέλα
κοπή
κόπηκα
Κόπηκε
Κόπηκε η γραμμή
κοπηλ
κοπηλατώ
κόπια
κοπιάζω
κοπιαστικός
κοπίδι
κοπιράιτ
κόπιτσα
κόπλο
κόπος
κόπρανα
κοπριά
κοπρόσκυλος
κοπροφαγία
κοπρόχωμα
κοπτήρας
κοπτικός
κόπωση
κόρα
κοραίνω
κόρακας
κοράκι
κοράλι
κοράλλι
Κοράνι
Κοράνιο
Κόραξ
κορδέλα
κορδέλα για τα μαλλιά
Κορδήλια
κορδίτης
κορδόνι
κορδώνομαι
Κορέα
Κορεάτης
κορεατικά
κορεατικός
κορεννύω
κορεσμένος
κορεσμός
κόρη
κόρη ματιού
Κορίνθια
κορινθιακός
Κορίνθιος
Κορινθίους
Κόρινθος
κοριός
κοριτσάκι
κορίτσι
κοριτσίστικη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close