Κύρος - ορισμός του κύρος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%cf%8d%cf%81%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.382.334.135
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κύρος
Μεταφράσεις
κύρος
Cyrus
,
authority
,
face
,
power
,
standing
Ciro
有效期
giltighet
Gültigkeit
валидност
gyldighed
validez
有效期
validade
platnost
validité
ważność
(
'ciros
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
γενική αποδοχή της αξίας κάποιου
poids
αρσενικό
πολιτικός με κύρος
un homme politique de poids
Πλοηγός λέξεων
?
▲
Κυριακή προσευχή
κυρίαρχη
κυριαρχία
κυριάρχια
κυρίαρχο
κυρίαρχος
κυριαρχούμαι
κυριαρχώ
κυριαρχών
κύριε
Κυρίες και κύριοι
κυριεύομαι
κυριεύω
κυριλέ
κυριλλικό
κυριλλικό αλφάβητο
Κύριλλος
κύριο
κύριο πιάτο
κυριολεκτικά
κυριολεκτική
κυριολεκτικό
κυριολεκτικός
κυριολεκτώ
κυριολεξία
κυρίος
κύριος
κύριοςκυριαρχώ
κυριότερος
κυρίως
κύρος
κυρτή
κυρτό
κυρτός
κύρτωμα
κυρτώνω
κυρώνω
κύρωση
κυστεΐνη
κύστη
κυστικός
κυστίτιδα
κύτος
κυτταρικός
κυτταρίνη
κυτταρίτιδα
κύτταρο
κυψέλη
κυψελιδικός
κύων
Κύων Μέγας
Κύων Μικρός
κώδικας
κώδικας Μορς
Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας
κωδίκελλος
κωδικόνιο
κωδικός
κωδικός κλήσης
κωδικός πρόσβασης
κωδωνοστάσιο
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close