Λέξη - ορισμός του λέξη από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bb%ce%ad%ce%be%ce%b7
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.936.932.912
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
λέξη
Μεταφράσεις
λέξη
дума
slovo
ord
Wort
word
palabra
sõna
mot
parola
verbum
žodis
vārds
woord
słowo
слово
slovo
sözcük
كَلِمَة
sana
riječ
単語
단어
ord
palavra
ord
คำ
từ
词
(
'leksi
)
ουσιαστικό
θηλυκό
1.
ο ελάχιστος φορέας σημασίας
mot
αρσενικό
η σημασία μιας λέξης
le sens d'un mot
2.
κουβέντα
mot
Δε θα πω λέξη.
Je ne dirai pas un mot.
Μία
λέξη
→
الْكُلُّ فِي كَلِمَةٍ وَاحِدَةٍ
→ Vše bez mezer
→ I et ord
→
Alles in einem Wort
→
All one word
→
Todo junto, en una sola palabra
→ Kaikki yhteen
→
Tout en un mot
→ Sve jedna riječ
→
Tutto attaccato
→ 一語です
→ 모두 붙여 써요
→
Eén woord
→
Alt i ett ord
→
Pisane razem
→
Tudo em uma palavra
→
Одним словом
→ Allt i ett ord
→ คำเดียวทั้งหมด
→
Bitişik yazılıyor
→ Tất cả là một từ
→
当中无空格
Πλοηγός λέξεων
?
▲
λειτουργός
λειτουργώ
λειχήνα
λειχήνες
λείχω
λείψανα
λείψανο
λειψανοθήκη
λειψή
λειψό
λειψός
λεκάνη
λεκάνη απορροής
λεκανοπέδιο
λεκές
λεκιάζω
λέκτορας
λέκτωρ
λελέκι
λέμβος
λεμβοστάσιο
Λεμεσός
λεμονάδα
λεμόνι
λεμονιά
λεμφικός
λεμφοκυτταρικός
λεμφοκύτταρο
λέμφος
λένε
λέξη
λεξικό
λεξικογράφηση
λεξικογραφικός
λεξικογράφος
λεξικολογία
λεξιλόγιο
λεξιπενία
λεονταρισμοί
λεονταρισμός
Λεοντίσκος
λεοπάρδαλη
λεόπαρδος
Λέουβεν
λέπι
λεπίδα
λεπίδα ξυραφιού
λεπίδωση
λέπρα
λεπταίνω
λεπτεπίλεπτη
λεπτεπίλεπτο
λεπτεπίλεπτος
λεπτή
λεπτό
λεπτό έντερο
λεπτοδείκτης
λεπτοκαμωμένη
λεπτοκαμωμένο
λεπτοκαμωμένος
λεπτολόγος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close