Λέπρα - ορισμός του λέπρα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bb%ce%ad%cf%80%cf%81%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.666.520.471
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
λέπρα
Μεταφράσεις
λέπρα
leprosy
lepra
Lepra
lebbra
lèpre
lepra
hanseníase
الجذام
trąd
Проказа
Lepra
spedalskhed
צרעת
ハンセン病
Lepra
(
'lepra
)
ουσιαστικό
θηλυκό
σοβαρή πάθηση του δέρματος
lèpre
θηλυκό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
λελέκι
λέμβος
λεμβοστάσιο
Λεμεσός
λεμονάδα
λεμόνι
λεμονιά
λεμφικός
λεμφοκυτταρικός
λεμφοκύτταρο
λέμφος
λένε
λέξη
λεξικό
λεξικογράφηση
λεξικογραφικός
λεξικογράφος
λεξικολογία
λεξιλόγιο
λεξιπενία
λεονταρισμοί
λεονταρισμός
Λεοντίσκος
λεοπάρδαλη
λεόπαρδος
Λέουβεν
λέπι
λεπίδα
λεπίδα ξυραφιού
λεπίδωση
λέπρα
λεπταίνω
λεπτεπίλεπτη
λεπτεπίλεπτο
λεπτεπίλεπτος
λεπτή
λεπτό
λεπτό έντερο
λεπτοδείκτης
λεπτοκαμωμένη
λεπτοκαμωμένο
λεπτοκαμωμένος
λεπτολόγος
λεπτομέρεια
λεπτομερειακός
λεπτομερές
λεπτομερής
λεπτομερώς
λεπτόνιο
λεπτοραμφόκεπφος
λεπτός
λεπτοσπείρωση
λεπτότητα
Λέρος
λερωμένος
λερώνομαι
λερώνω
λες και
λεσβία
Λέσβος
λέσι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close