Λαβή - ορισμός του λαβή από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bb%ce%b1%ce%b2%ce%ae
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.596.763.977
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
λαβή
Μεταφράσεις
λαβή
handle
,
hilt
,
grip
manche
,
prise
alça
uchwyt
håndtere
kahva
(
la'vi
)
ουσιαστικό
θηλυκό
1.
σημείο ασφαλούς πιασίματος
poignée
θηλυκό
manche
αρσενικό
η λαβή του σουγιά
le manche du canif
2.
αθλητισμός
τρόπος ακινητοποίησης αντιπάλου
prise
θηλυκό
λαβή στο τζούντο
une prise de judo
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κωματώδης
κώμη
κωμική
κωμικό
κωμικός
κωμόπολη
κωμωδία
κωνάριον
κώνειο
κωνικός
κώνος
κωνοφόρο
κωνοφόρος
Κωνσταντίνος
Κωνσταντινούπολη
κωνωπεῖον
κωπηλασία
κωπηλασία με κανό
κωπηλάτης
κωπηλάτρια
κωπηλατώ
κωφάλαλη
κωφάλαλο
κωφάλαλος
κωφός
κώφωση
λ
λα
λάβα
λάβαρο
λαβή
λαβίδα
λαβύρινθος
λαβώνω
λαγάνα
λαγαρός
λαγκάδα
λαγκάδι
λαγκαδιά
λάγκερ
λάγνα
λαγνεία
λάγνο
λαγνός
λάγνος
λαγοκέρασο
λαγοκοιμάμαι
λαγόνα
λαγόπους
λαγός
λαγούτο
λαγωνικό
Λαγωός
λαδερός
λαδής
λαδί
λάδι
λάδι για μαύρισμα
λαδιά
λαδινικά
λαδο-
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close