Λιλά - ορισμός του λιλά από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bb%ce%b9%ce%bb%ce%ac
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.655.658.191
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
λιλά
Μεταφράσεις
λιλά
لَيْلَكٌ
λιλά
šeříkový
λιλά
lilla
λιλά
fliederfarben
λιλά
lilac
λιλά
lila
λιλά
liila
λιλά
lilas
λιλά
ljubičast
λιλά
lilla
λιλά
ライラック色の
λιλά
연보라색
λιλά
lila
λιλά
lilla
λιλά
liliowy
λιλά
lilás
λιλά
сиреневый
λιλά
lila
λιλά
ที่มีสีม่วงอ่อน
λιλά
leylak renkli
λιλά
có màu hoa tử đinh hương
λιλά
淡紫色的
Πλοηγός λέξεων
?
▲
λιγοστός
λιγότερη
λιγότερο
λιγότερος
λιγούρα
λιγουρεύω
λιγούρης
λιγώνομαι
λιγώνω
λίθιο
λιθοβολώ
λιθογραφία
λιθογραφικός
λιθογράφος
λιθοδομή
λίθος
λιθοστρώνω
λιθόστρωτος
λιθόσφαιρα
Λιθουανία
λιθουανικά
λιθουανικός
Λιθουανός
λιθρίνι
λιθώνας
λικέρ
λικνίζομαι
λικνίζω
λίκνιση
λίκνο
λιλά
λίμα
λίμα νυχιών
λιμανι
λιμάνι
λιμάρης
λιμάρω
λιμασμένος
λιμβουργιανή γλώσσα
λιμεναρχείο
λιμένας
λιμνάζω
λιμνάζων
λίμνη
Λίμνη της Γενεύης
λιμνοθάλασσα
λιμνούλα
Λιμνούπολη
λιμόζη
λιμοκτονία
λιμοκτονώ
λιμός
λιμουζίνα
λίμπιντο
Λιμπούσε
λίμπρα
λιμπρέτο
λινάρι
λινγκάλα
λινέλαιο
λινή
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close