Λογιστικά - ορισμός του λογιστικά από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ac
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.383.557.390
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
λογιστικά
Μεταφράσεις
λογιστικά
счетоводство
会计
účetnictví
comptabilité
contabilidad
會計
contabilità
contabilidade
accounting
회계
المحاسبة
boekhouding
(
loʝisti'ka
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
πληθυντικός
η διαχείρηση των οικονομικών μιας επιχείρησης
comptabilité
θηλυκό
Πλοηγός λέξεων
?
▲
λιχανός
λιχνίζω
λιχουδιά
Λιχτενστάιν
λιωμένη
λιωμένο
λιωμένος
λιώνω
λίωνω
λιώσιμο
ἀλληγορία
λοβός
λοβοτομή
λογαριάζω
λογαριασμός
λογαριασμός τηλεφώνου
λογάριθμος
-λογία
λόγια
λογικεύομαι
λογική
λογικιστής
λογικό
λογικός
λόγιο
λόγιος
λογισμικό
λογισμός
λογιστήριο
λογιστής
λογιστικά
λογιστική
λογιστικό φύλλο
λογιστικός
λογίστρια
λογόγραμμα
λογοδοτώ
λογοθεραπεία
λογοθεραπευτής
λογοθεραπεύτρια
λόγοι
λογοκλοπή
λογοκρίνω
λογοκρισία
λογοκριτής
λογομαχία
λογομαχώ
λόγος
λογοτέχνες
λογοτέχνης
λογοτεχνία
λογοτέχνιδα
λογοτεχνική
λογοτεχνικό
λογοτεχνικός
λογότυπο
λογότυπος
λογοφέρνω
λόγχη
λογχοειδήσ
λογχοφόρος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close