Μέσο - ορισμός του μέσο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bc%ce%ad%cf%83%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.669.984.931
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
μέσο
Μεταφράσεις
μέσο
medium
,
mean
μέσο
milieu
,
moyen
Πλοηγός λέξεων
?
▲
μεσάζοντας
μεσάζων
μεσαία
μεσαίας τάξης
μεσαίο
μεσαίος
μεσαίου μεγέθους
Μεσαίωνας
μεσαιωνικός
μεσάνυχτα
μεσεγγύηση
μέση
Μέση Ανατολή
μεσήλικας
μεσημβριανός
μεσημβρινή
μεσημβρινό
μεσημβρινός
μεσημέρι
μεσημεριανή
μεσημεριανό
μεσημεριανός
μεσημεριάτικα
μεσήτρια
μεσιτεία
μεσίτης
μεσιτική
μεσιτικό
μεσιτικός
μεσκαλίνη
μέσο
μεσοβδόμαδα
μεσογειακή
μεσογειακό
μεσογειακός
μεσόγειος
Μεσόγειος Θάλασσα
μεσόδερμα
μεσοθωράκιο
μεσόκοπη
μεσόκοπος
μεσολάβηση
μεσολαβητής
μεσολαβώ
μεσολιθική
μέσον
μεσόνιο
μεσοπολεμικός
μεσοπόλεμος
Μεσοποταμία
μέσος
μέσος όρος
μεσοτοιχία
μεσοφόρι
μεσσανιχτα
μεσσιανικός
μεσσιανισμός
μεσσίας
μεστή
μεστό
μεστός
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close