μεσαίος
Μεταφράσεις
μεσαίος
(me'seos) αρσενικόμεσαία
(me'sea) θηλυκόμεσαίο
(me'seo) ουδέτεροεπίθετο
1. που βρίσκεται στη μέση το μεσαίο σπίτι το μεσαίο παιδί
2. μέσος η μεσαία τάξη
μεσαίος
middle, median, intermediate, medium, midأَوْسَطprostřednímidterstin der Mittea mediados de, mediokeski-mi-srednjimetà中間の중간의middenmidtreśrodkowymeio, médioсрединныйmitt-กลางortagiữa中间的ουσιαστικό αρσενικό
το μεσαίο δάχτυλο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.