Μνησίκακος - ορισμός του μνησίκακος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bc%ce%bd%ce%b7%cf%83%ce%af%ce%ba%ce%b1%ce%ba%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.387.178.297
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
μνησίκακος
Μεταφράσεις
μνησίκακος
(
mni'sikakos
)
αρσενικό
μνησίκακη
(
mni'sikaci
)
θηλυκό
μνησίκακο
rancorous
,
resentful
,
vindictive
(
mni'sikako
)
ουδέτερο
επίθετο
εκδικητικός
rancunier/-ière
Πλοηγός λέξεων
?
▲
μισομεθυσμένος
μισοπεθαμένος
μισός
μίσος
μισοσκόταδο
μισός-μισός
μισοτιμής
μισοφέγγαρο
μισοφόρι
Μισσισσιπής
μίσχος
μισώ
μιτοξανδρόνη
μίτος
μίτρα
Μιχάλης
μλοκ
μνεία
μνεμείο
μνήμα
μνημείο
μνημειώδες
μνημειώδης
μνήμη
μνημονεύω
μνημονικό
μνημόσυνο
μνησίκακη
μνησικακία
μνησίκακο
μνησίκακος
μνηστή
μνηστήρας
μοβ
μοβόρικος
Μογγολία
Μογγολικά
μογγολική
μογγολικό
μογγολικός
Μογγόλος
Μόγγολος
μόδα
μοδάτος
μόδι
μοδίστρα
μόδιστρος
Μοζαμβίκη
μοιάζω
μοιρά
μοίρα
μοιράζομαι
μοιράζω
μοιραία
μοιραίο
μοιραίος
μοιρογνωμόνιο
μοιρολατρία
μοιρολατρική
μοιρολατρικό
μοιρολατρικός
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close