Μνησικακία - ορισμός του μνησικακία από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bc%ce%bd%ce%b7%cf%83%ce%b9%ce%ba%ce%b1%ce%ba%ce%af%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.933.332.978
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
μνησικακία
Μεταφράσεις
μνησικακία
rancour
,
grudge
,
resentment
ضَغينَة
zášť
nag
Groll
rencilla
,
rencor
kauna
rancune
zamjerka
rancore
恨み
원한
wrok
nag
uraza
rancor
обида
hysa agg
ความไม่เต็มใจ
kin
sự oán giận
不满
,
怨恨
טינה
怨恨
(
mnisika'cia
)
ουσιαστικό
θηλυκό
το να μην ξεχνάει κν το κακό που του έκαναν
rancune
θηλυκό
Πλοηγός λέξεων
?
▲
μισόκλειστος
μισοκοιμισμένος
μισομεθυσμένος
μισοπεθαμένος
μισός
μίσος
μισοσκόταδο
μισός-μισός
μισοτιμής
μισοφέγγαρο
μισοφόρι
Μισσισσιπής
μίσχος
μισώ
μιτοξανδρόνη
μίτος
μίτρα
Μιχάλης
μλοκ
μνεία
μνεμείο
μνήμα
μνημείο
μνημειώδες
μνημειώδης
μνήμη
μνημονεύω
μνημονικό
μνημόσυνο
μνησίκακη
μνησικακία
μνησίκακο
μνησίκακος
μνηστή
μνηστήρας
μοβ
μοβόρικος
Μογγολία
Μογγολικά
μογγολική
μογγολικό
μογγολικός
Μογγόλος
Μόγγολος
μόδα
μοδάτος
μόδι
μοδίστρα
μόδιστρος
Μοζαμβίκη
μοιάζω
μοιρά
μοίρα
μοιράζομαι
μοιράζω
μοιραία
μοιραίο
μοιραίος
μοιρογνωμόνιο
μοιρολατρία
μοιρολατρική
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close