Μονογραφώ - ορισμός του μονογραφώ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bc%ce%bf%ce%bd%ce%bf%ce%b3%cf%81%ce%b1%cf%86%cf%8e
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.739.376.969
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
μονογραφώ
Μεταφράσεις
μονογραφώ
يُوَقِّعُ بِالـحَرْفِ الأَوَّلِ مِنْ إِسْمِهِ
μονογραφώ
parafovat
μονογραφώ
underskrive
μονογραφώ
unterzeichnen
μονογραφώ
initial
μονογραφώ
poner las iniciales
μονογραφώ
merkitä nimikirjaimensa
μονογραφώ
parafer
μονογραφώ
parafirati
μονογραφώ
siglare
μονογραφώ
頭文字で署名する
μονογραφώ
서명하다
μονογραφώ
paraferen
μονογραφώ
signere
μονογραφώ
podpisać inicjałami
μονογραφώ
rubricar
μονογραφώ
ставить инициалы
μονογραφώ
signera
μονογραφώ
เขียนชื่อย่อ
μονογραφώ
adının ön harflerini yazmak
μονογραφώ
ký tắt
μονογραφώ
草签
Πλοηγός λέξεων
?
▲
μονάχα
μοναχή
μοναχική
μοναχικό
μοναχικός
Μόναχο
μοναχογιός
μοναχοκόρη
Μόναχον
μοναχοπαίδι
μοναχός
μονεταρισμός
μονή
μόνη
μονήρης
μόνιμα
μόνιμη
μόνιμο
μόνιμος
μονιμότητα
μονισμός
μονό
μόνο
μονό δωμάτιο
μονό κρεβάτι
μονογαμία
μονογαμικός
μονόγλωσσος
μονογονικός
μονογραφή
μονογραφώ
μονοδιάστατος
μονόδρομος
μονοετές
μονοετής
μονόζυγο
μονοήμερη
μονοήμερο
μονοήμερος
μονοθεϊσμός
μόνοιασμα
μονοκατοικία
Μονόκερως
μονόκλινο δωμάτιο
μονόκλινος
μονοκλονικό αντίσωμα
μονοκόμματη
μονοκόμματο
μονοκόμματος
μονοκοτυλήδονος
μονοκύτταρος
μονολιθικός
μονόλογος
μονομαχία
μονομάχος
μονομαχώ
μονομερώς
μονομιάς
μονοπάτι
μονοπάτια
μονόπλευρος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close