Μουσούδα - ορισμός του μουσούδα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bc%ce%bf%cf%85%cf%83%ce%bf%cf%8d%ce%b4%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.721.567.768
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
μουσούδα
Μεταφράσεις
μουσούδα
groin
,
museau
(
mu'suða
)
ουσιαστικό
θηλυκό
το στόμα ζώου
museau
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
μουρτζούφλης
μους
μούσα
μουσάδα
μουσαμάς
μουσάτη
μουσάτο
μουσάτος
μουσείο
μούσι
μουσική
μουσική επένδυση
μουσικό
μουσικό κομμάτι
μουσικό όργανο
μουσικολογία
μουσικός
μουσικοτητας
μουσίτσα
μούσκεμα
μουσκεμένη
μουσκεμένο
μουσκεμένος
μουσκέτο
μουσκεύομαι
μουσκεύω
μουσκίδι
μούσλι
μουσμουλιά
μούσμουλο
μουσούδα
μουσούδι
μουσουλμάνα
μουσουλμανική
μουσουλμανικό
μουσουλμανικός
μουσουλμάνος
μουστάκι
μουστάκια γάτας
μουστάρδα
μουστερής
μούστος
μουσώνας
μουτζούρα
μουτζουρώνω
μούτρο
μουτρωμένος
μουτρώνω
μουφλούζης
μουφτής
μούχλα
μουχλιάζω
μουχλιασμένη
μουχλιασμένο
μουχλιασμένος
μουχρός
μούχρωμα
μοχθηρά
μοχθηρή
μοχθηρία
μοχθηρό
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close