Μπατσίζω - ορισμός του μπατσίζω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bc%cf%80%ce%b1%cf%84%cf%83%ce%af%ce%b6%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.941.902.244
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
μπατσίζω
Μεταφράσεις
μπατσίζω
baffer
, giffler
Πλοηγός λέξεων
?
▲
μπαρμπα-Σαμ
μπάρμπεκιου
μπαρμπέρης
μπαρμπούνι
μπαρόκ
μπαρούτι
μπαρούφα
μπάσα
μπασίστας
μπάσκετ
μπάσο
μπάσο τύμπανο
μπάσος
μπαστάρδεμα(το)
μπάσταρδη
μπάσταρδο
μπάσταρδος
μπαστούνι
μπαστούνι του γκολφ
μπαταρία
μπατάρω
μπατζάκι
μπατζανάκαινα
μπατζανάκης
μπατζανάκισσα
μπάτζετ
μπατίρης
μπάτλερ
Μπάτμαν
μπατονέτα
μπατσίζω
μπάτσος
μπάφος
Μπαχάμες
μπαχαρικό
Μπαχρέιν
μπαχτσές
μπεζ
μπέιζμπολ
μπέικιν πάουντερ
μπέικον
μπέιμπι σίτερ
μπεϊμπισίτερ
μπέιμπι-σίτερ
μπεϊμπισίτινγκ
μπεκάτσα
μπεκατσίνι
μπεκιάρης
μπεκρής
μπελαντόνα
Μπέλαπαϊς
μπελάς
Μπελίζε
μπελοβίτσα
μπελτές
μπέμπελη
μπέμπι−σίτερ
μπενετάδα
Μπενίν
μπεντένι
μπεργαντί
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close