Μυωπικός - ορισμός του μυωπικός από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bc%cf%85%cf%89%cf%80%ce%b9%ce%ba%cf%8c%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.600.063.972
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
μυωπικός
Μεταφράσεις
μυωπικός
myopic
,
near-sighted
,
short-sighted
μυωπικός
myope
μυωπικός
قَرِيبُ النَّظَر
,
قَصِيرُ النَّظْر
μυωπικός
krátkozraký
μυωπικός
nærsynet
μυωπικός
kurzsichtig
μυωπικός
miope
μυωπικός
likinäköinen, lyhytnäköinen
μυωπικός
kratkovidan
μυωπικός
miope
μυωπικός
近視の
μυωπικός
근시의
μυωπικός
bijziend
μυωπικός
nærsynt
μυωπικός
krótkowzroczny
μυωπικός
míope
μυωπικός
близорукий
μυωπικός
närsynt
μυωπικός
ซึ่งมีสายตาสั้น, สายตาสั้น
μυωπικός
miyop
μυωπικός
bị cận thị, cận thị
μυωπικός
近视的
Πλοηγός λέξεων
?
▲
μυστήρια
μυστήριο
μυστήριος
μυστηριώδες
μυστηριώδης
μυστηριωδώς
μυστικά
μυστική
μυστική υπηρεσία
μυστικισμός
μυστικιστής
μυστικό
μυστικοπάθης
μυστικός
μυστικοσύμβουλος
μυστικότητα
μυστρί
μυτερή
μυτερό
μυτερός
μύτες ποδιών
μύτη
μύτρα
μύχιος
μυχός
μυώ
μυώδες
μυώδης
μύωπας
μυωπία
μυωπικός
Μωάμεθ
μωαμεθανή
μωαμεθανικός
μωαμεθανός
μωβ
μώλωπας
μωρέ
μωρό
μωρολογώ
μωρομάντηλο
μωρόπιστος
μωρός
μωσαϊκό
μωσαϊκός
Μωυσής
ν
να
να αγκαλιάστε
Να περάσω αργότερα;
Να προσέχετε
Να σας ξυπνήσω;
Να σε κεράσω ένα ποτό;
Να συναντηθούμε αργότερα;
Να τα εκατοστήσετε!
να τος
νάγια
Ναγκασάκι
ναδίρ
Ναζαρέθ
Ναζαρέτ
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close