Ναυπηγική - ορισμός του ναυπηγική από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bd%ce%b1%cf%85%cf%80%ce%b7%ce%b3%ce%b9%ce%ba%ce%ae
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.598.525.097
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ναυπηγική
Μεταφράσεις
ναυπηγική
بِنَاءُ السُّفُن
ναυπηγική
loďařství
ναυπηγική
skibsbyggeri
ναυπηγική
Schiffbau
ναυπηγική
shipbuilding
ναυπηγική
construcción naval
ναυπηγική
laivanrakennus
ναυπηγική
construction navale
ναυπηγική
brodogradnja
ναυπηγική
ingegneria navale
ναυπηγική
造船
ναυπηγική
조선
ναυπηγική
scheepsbouw
ναυπηγική
skipsbygging
ναυπηγική
budownictwo okrętowe
ναυπηγική
construção naval
ναυπηγική
кораблестроение
ναυπηγική
skeppsbyggnad
ναυπηγική
การต่อเรือ
ναυπηγική
gemi yapımı
ναυπηγική
ngành đóng tàu
ναυπηγική
造船业
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ναρκοπέδιο
ναρκωμένος
ναρκώνομαι
ναρκώνω
νάρκωση
ναρκωτικά
ναρκωτικό
ναρκωτικός
Ναρούτο
Ναταλία
ΝΑΤΟ
νατουραλιστής
νάτριο
ναυάγιο
ναυαγισμένος
ναυαγός
ναυαγοσώστης
ναυαγοσώστρια
ναυαγώ
ναυαρχείο
ναυαρχία
ναυαρχίδα
ναύαρχος
ναύλα
νάυλον
ναύλος
ναυλώνω
ναυμαχία
ναυπηγείο
ναυπήγηση
ναυπηγική
ναυπηγός
Ναύπλιο
ναυς
ναυσιπλοϊα
ναυσιπλοΐα
ναύτης
ναυτία
ναυτία κατά το ταξίδι
ναυτική
ναυτικό
ναυτικός
ναυτιλία
ναυτίλος
ναφθαλίνη
νγκόνι
νέα
Νέα Βρουνσβίκη
νέα έκδοση ταινίας
Νέα Ζηλανδία
Νέα Καληδονία
Νέα Σκωτία
Νέα Υόρκη
νεάζω
νεανική
νεανικό
νεανικός
νεαρή
νεαρό
νεαρός
Νεβάρι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close