νεύρο
Μεταφράσεις
νεύρο
nerfнервnerveعَصَبٌnervnerveNervnerviohermoživacnervo神経신경zenuwnervenerwnervonervเส้นประสาทsinirdây thần kinh神经神經 ('nevro)ουσιαστικό ουδέτερο
1. ανατομία ίνα που αποτελεί μέρος του αισθητήριου δικτύου του σώματος τα ακουστικά νεύρα
2. ζωντάνια Έχει νεύρο μέσα του.
3. η ψυχική κατάσταση έχω (τα) νεύρα (μου) με τεντωμένα νεύρα
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.