νομικός
Μεταφράσεις
νομικός
(nomi'kos) αρσενικόνομική
(nomi'ci) θηλυκόνομικό
(nomi'ko) ουδέτεροεπίθετο
σχετικός με το νόμο νομικό πρόβλημα νομικός όρος
νομικός
legal, juristlaŭleĝalégalουσιαστικό αρσενικό-θηλυκό
δικαστικός υπάλληλος ή δικηγόρος
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.