Νορβηγικός - ορισμός του νορβηγικός από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bd%ce%bf%cf%81%ce%b2%ce%b7%ce%b3%ce%b9%ce%ba%cf%8c%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.597.170.287
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
νορβηγικός
Μεταφράσεις
νορβηγικός
Norwegian
νορβηγικός
norjalainen
νορβηγικός
norvégien
νορβηγικός
نَرْوِيجِيّ
νορβηγικός
norský
νορβηγικός
norsk
νορβηγικός
norwegisch
νορβηγικός
noruego
νορβηγικός
norveški
νορβηγικός
norvegese
νορβηγικός
ノルウェーの
νορβηγικός
노르웨이의
νορβηγικός
Noors
νορβηγικός
norsk
νορβηγικός
norweski
νορβηγικός
norueguês
νορβηγικός
норвежский
νορβηγικός
norsk
νορβηγικός
เกี่ยวกับนอร์เวย์
νορβηγικός
Norveç
νορβηγικός
thuộc nước/người/tiếng Nauy
νορβηγικός
挪威的
Πλοηγός λέξεων
?
▲
νομισματική ανάλυση
νομισματική ζώνη
νομισματική κρίση
νομισματική πολιτική
νομισματικό σύστημα
νομισματικός
νομισματοκοπείο
νομισματολογικός
νομισματολόγος
νομοθεσία
νομοθέτης
νομοθετική
νομοθετικό
νομοθετικός
νομοθετώ
νομολογία
νομός
νόμος
νομοσχέδιο
νομοταγές
νομοταγής
Νόμπελ
νομπέλιο
νονά
νόνι
νονός
νονός της νύχτας
νοοτροπία
Νορβηγία
νορβηγικά
νορβηγικός
Νορβηγός
νόρμα
Νορμανδία
νοσηλεία
νοσηλεύομαι
νοσηλευτήριο
νοσηλευτής
νοσηλεύτρια
νοσηρός
νοσοκόμα
νοσοκομειακή
νοσοκομειακό
νοσοκομειακός
νοσοκομείο
νοσοκόμος
νοσός
νόσος
Νόσος Αλτσχάιμερ
νοσταλγία
νοσταλγός
νοσταλγώ
νοστιμεύω
νόστιμη
νοστιμιά
νοστιμίζω
νόστιμο
νόστιμος
νόστος
νοσφρίζομαι
νόσφριση
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close