ξυπνάω
Μεταφράσεις
ξυπνάω
(ksi'pnao)ξυπνώ
(ksi'pno)ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
κάνω κπ να βγει από την κατάσταση του ύπνου Ο θόρυβος με ξύπνησε.
ξυπνάω
wake upacordar醒来醒來Vågn opHerätysVaknaρήμα αμετάβατο (ρήμα)
1. βγαίνω από την κατάσταση του ύπνου Ξυπνάω νωρίς.
2. μεταφορικά αρχίζω να καταλαβαίνω Ξύπνα επιτέλους!
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.