ορθολογιστής
(προωθήθηκε από ορθολογίστρια)Μεταφράσεις
ορθολογιστής
(orθoloʝi'stis) αρσενικόορθολογίστρια
rationalistrationaliste (orθolo'ʝistria) θηλυκόουσιαστικό
που σκέφτεται με πολύ λογικό τρόπο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.