Ορμίσκος - ορισμός του ορμίσκος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bf%cf%81%ce%bc%ce%af%cf%83%ce%ba%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.728.619.572
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ορμίσκος
Μεταφράσεις
ορμίσκος
cove
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ορισμός
όρισμος
ορίστε
Ορίστε η βίζα μου
Ορίστε η κάρτα επιβίβασης
Ορίστε η κάρτα μου
Ορίστε ορισμένες πληροφορίες για την εταιρεία μου
Ορίστε τα έγγραφα του οχήματός μου
Ορίστε τα στοιχεία της ασφάλειάς μου
Ορίστε το διαβατήριό μου
Ορίστε το δίπλωμα οδήγησης
οριστικά
οριστική
οριστικό
οριστικό άρθρο
οριστικοποιώ
οριστικός
ορκίζομαι
όρκιση
ορκισμένος
όρκος
ορκωμοσία
ορκωτός λογιστής
ορμάω
ορμέμφυτος
ορμή
ορμητικά ρεύματα ποταμού
ορμητική
ορμητικό
ορμητικός
ορμίσκος
ορμόνη
ορμονική
ορμονικό
ορμονικός
ορμονοθεραπεία
ορμώ
όρνιθα
ορνιθοειδής
ορνιθολογία
ορνιθολόγος
ορνιθοσκαλίσματα
όρνιο
ορντέβρ
οροθεσία
οροθετικός
οροθετώ
ορολογία
ορολογικός
ορολόγιο
οροπέδιο
ορός
όρος
οροσειρά
ορόσημο
οροφή
όροφος
ορτανσία
ορτυγομάννα
ορτυγομήτρα
ορτύκι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close