Ούρα - ορισμός του ούρα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bf%cf%8d%cf%81%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.588.102.023
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ούρα
Αναζητήσεις σχετικές με ούρα:
ουρά
Μεταφράσεις
ούρα
urine
ούρα
بَوْل
ούρα
moč
ούρα
urin
ούρα
Urin
ούρα
orina
ούρα
virtsa
ούρα
urine
ούρα
urin
ούρα
urina
ούρα
尿
ούρα
소변
ούρα
urine
ούρα
urin
ούρα
uryna
ούρα
urina
ούρα
моча
ούρα
urin
ούρα
น้ำปัสสาวะ
ούρα
idrar
ούρα
nước tiểu
ούρα
尿
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ουδέτερη
ουδέτερο
ουδέτερος
ουδετερότητα
Ουζμπεκιστάν
ούζο
ουίκι
ουίσκι
ουίσκι μαλτ
ουίσκυ
ουίστ
Ουΐτιγγης
Ουκουλέλε
Ουκρανή
Ουκρανία
ουκρανικά
ουκρανικός
Ουκρανός
ουλαμός
ουλή
ουλίτιδα
Ουλμ
ούλο
ουμανισμός
ουμανιστικός
ουμβρική γλώσσα
Ουμπριέλ
ουνιτικός
ούρo
ουρά
ούρα
ουραιμία
ουραίο
ουραίος
ουρακοτάγκος
Ουρανία
ουράνια
ουρανικός
ουράνιο
ουράνιο τόξο
ουράνιος
ουρανίσκος
ουρανογραφικός
ουρανοξύστης
ουρανός
ουρήθρα
ουρηθρικός
ουρητήριο
ουρητικός
ουρικός
ούριος άνεμος
ουρλιάζω
ουρλιαχτό
Ουρντού
ούρο
ουρογεννητικός
ουροδοχείο
ουρολογικός
ουρολόγος
ουροποιητικός
Ουρουγουάη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close