πένα
Μεταφράσεις
πένα
('pena)ουσιαστικό θηλυκό
1. είδος στιλό με μυτερή μύτη και αμπούλα μελανιού στο εσωτερικό γράφω με πένα
2. μουσική μικρό αντικείμενο με το οποίο χτυπάμε χορδή η πένα της κιθάρας
πένα
بِنْسٌpencepennyPennypenny, penpeniquepennipennypenisoldoペニー페니pennypennypenscentavoпенсpennyเพนนีpeniđồng xu便士, 笔筆עט υποδιαίρεση της αγγλικής λίρας