Πέρασα - ορισμός του πέρασα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%ad%cf%81%ce%b1%cf%83%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.772.884.308
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
πέρασα
Μεταφράσεις
πέρασα
pasé
πέρασα
Прекарах
πέρασα
我花了
πέρασα
我花了
πέρασα
J'ai passé
πέρασα
Ich verbrachte
πέρασα
Jag tillbringade
πέρασα
Passei
πέρασα
ביליתי
πέρασα
I spent
πέρασα
Ho trascorso
πέρασα
قضية
Πλοηγός λέξεων
?
▲
πεντικιουρίστας
πέντολο
πεοθηλασμός
πεολειξία
πεολειχία
πέος
πεπαλαιωμένος
πεπειραμένη
πεπειραμένο
πεπειραμένος
πεπεισμένη
πεπεισμένο
πεπεισμένος
πεπερασμένη
πεπερασμένο
πεπερασμένος
πέπλο
πέπλος
πεποιθήσεις
πεποίθηση
πεπόνι
πεπρωμένο
Πέπσι κόλα
πεπτική
πεπτικό
πεπτικός
πέρα
πέρα από
περαιτέρος
περαιτέρω
πέρασα
Πέρασα γρίπη πρόσφατα
Πέρασα ιλαρά πρόσφατα
Πέρασα καταπληκτικά
Περάσατε καλά;
πέρασμα
περασμένη
περασμένο
περασμένος
Περάστε!
περαστικά
περαστική
περαστικό
περαστικός
περαστός
περατός
περατώνω
περβάζι
περβόλι
περγαμηνή
περγαμόντο
περγαμότο
πέργκολα
πέρδικα
Περδιτα
πέρδω
περήφανα
περηφάνεια
περηφανεύομαι
περηφάνια
περήφανος
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close