Παγωμένος - ορισμός του παγωμένος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%b1%ce%b3%cf%89%ce%bc%ce%ad%ce%bd%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.602.594.720
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
παγωμένος
Μεταφράσεις
παγωμένος
frozen
,
icy
παγωμένος
glacé
παγωμένος
جَلِيدِيٌّ
παγωμένος
ledový
παγωμένος
iskold
παγωμένος
eisig
παγωμένος
gélido
παγωμένος
jäinen
παγωμένος
leden
παγωμένος
ghiacciato
παγωμένος
氷で覆われた
παγωμένος
얼음의
παγωμένος
ijzig
παγωμένος
iset
παγωμένος
lodowaty
παγωμένος
congelado
,
gelado
παγωμένος
ледяной
παγωμένος
isig
παγωμένος
เย็นจัด
παγωμένος
buzlu
παγωμένος
lạnh lẽo
παγωμένος
结冰的
Πλοηγός λέξεων
?
▲
παγκάκι
πάγκος
πάγκος πωλήσεων
παγκόσμια
παγκόσμια θέρμανση
Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας
παγκόσμιο
Παγκόσμιο Κύπελο
παγκοσμιοποίηση
παγκόσμιος
παγκόσμιος ιστός
παγκοσμίως
παγκράτιο
πάγκρεας
παγκρεατίτις
παγόβουνο
παγοβούτι
παγόδα
παγοδρομία
παγοδρόμιο
παγοδρομώ
παγοκρύσταλλο
παγοκρύσταλλος
παγοκύστη
παγόνι
παγοπέδιλο
παγοπληξία
πάγος
παγούρι
πάγωμα
παγωμένος
παγώνι
παγωνιά
παγώνω
πάγωσε
παγωτό
παζάρεμα
παζαρεύω
παζάρι
παζλ
πάζλ
παθαίνω
παθαίνω βλάβη
πάθη
πάθημα
πάθηση
παθητική
παθητικό
παθητικός
παθητικότητα
παθιάζομαι
παθιασμένη
παθιασμένο
παθιασμένος
παθογόνος
παθολογία
παθολογικά
παθολογική
παθολογικό
παθολογικός
παθολόγος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close