παλαιοημερολογίτης
Μεταφράσεις
παλαιοημερολογίτης
(paleoimerolo'ʝitis) αρσενικόπαλαιοημερολογίτισσα
(paleoimerolo'ʝitisa) θηλυκόουσιαστικό
χριστιανός ορθόδοξος που ακολουθεί το παλιό ημερολόγιο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.