Πανσές - ορισμός του πανσές από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%b1%ce%bd%cf%83%ce%ad%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.662.940.690
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
πανσές
Μεταφράσεις
πανσές
pansy
(
pan'ses
)
ουσιαστικό
αρσενικό
είδος λουλουδιού
pensée
θηλυκό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
πανικός
πάνινα παπούτσια
πάνινη
πάνινο
πάνινος
πανίσχυρη
πανίσχυρο
πανίσχυρος
πανκ
πανλειτουργισμός
πανό
πανομοιότυπο
πανομοιότυπος
πάνοπλη
πανοπλία
πάνοπλο
πάνοπλος
πανόραμα
πανοραμική
πανοραμικό
πανοραμικός
Πανοραμίξ
πανοσιολογιότατος
πανούκλα
πανούργα
πανουργία
πανούργο
πανούργος
πάνουργος
πανσέληνος
πανσές
πανσιόν
πανσιόν με διανυκτέρευση και πρωινό
πάντα
πανταλόνι
παντατίφ
πανταχού
παντεϊσμός
παντελής
παντελόνι
παντελώς
παντζάρι
παντζούρι
παντιέρα
Πάντοβα
παντογνώστης
παντογνώστρια
παντοδύναμη
παντοδύναμο
παντοδύναμος
Παντοκράτορας
παντομίμα
παντοποιός
παντοπωλείο
παντοπώλης
παντοπώλισσα
πάντοτε
παντοτινά
παντοτινός
παντού
παντούφλα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close