παραπονιάρης
(προωθήθηκε από παραπονιάρικο)Μεταφράσεις
παραπονιάρης
(parapo'ɲaris) αρσενικόπαραπονιάρα
(parapo'ɲara) θηλυκόπαραπονιάρικο
(parapo'ɲariko) ουδέτεροεπίθετο
που κλαψουρίζει παραπονιάρικο παιδί
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.