Παρκάρισμα - ορισμός του παρκάρισμα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%ba%ce%ac%cf%81%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.772.830.588
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
παρκάρισμα
Μεταφράσεις
παρκάρισμα
(
par'karizma
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
η τοποθέτηση οχήματος σε κπ σημείο
stationnement
αρσενικό
Βρήκα θέση παρκαρίσματος.
J'ai trouvé une place de stationnement.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
παρήγορη
παρηγορητής
παρηγορητική
παρηγορητικό
παρηγορητικός
παρηγοριά
παρηγορία
παρηγόρια
παρήγορο
παρήγορος
παρηγορώ
παρημίτονο
Πάρης
παρηχώ
παρθένα
παρθενιά
παρθένο
παρθενογένεση
παρθένος
Παρθενώνας
παρίας
Παριζιάνα
παριζιάνικος
Παριζιάνος
Πάρις
Παρίσι
παρισινός
παριστά´νω
παρίσταμαι
παριστάνω
παρκάρισμα
παρκάρω
παρκέ
παρκετάρω
πάρκιγκ
πάρκινγκ
πάρκο
παρκόμετρο
παρλάρω
παρμεζάνα
παρμπρίζ
παροδική
παροδικό
παροδικός
πάροδος
παροικία
παροιμία
Παροιμίες
παροιμιώδης
παρ'όλο
παρομιάζω
παρόμοια
παρομοιάζω
παρόμοιο
παρόμοιος
παρομοίως
παρομοίωση
παρόν
παρονομαστής
παροξυσμός
παροξύτονος
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close