Πικρίλα - ορισμός του πικρίλα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%b9%ce%ba%cf%81%ce%af%ce%bb%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.589.779.102
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
πικρίλα
Μεταφράσεις
πικρίλα
goût amer
(
pi'krila
)
ουσιαστικό
θηλυκό
πικράδα
amertume
θηλυκό
goût
αρσενικό
amer
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
πιθανή
πιθανό
πιθανολογώ
πιθανόν
πιθανός
πιθανότητα
πιθανότητες
πιθανώς
πιθάρι
πίθηκος
πικάντικη
πικάντικο
πικάντικος
πικάπ
Πικαρδία
πικνίκ
πίκολο
πικρά
πίκρα
πικράδα
πικραίνομαι
πικραίνω
πικραλίδα
πικραμένη
πικραμένο
πικραμένος
πικραμυγδαλόλαδο
πικρή
πικρία
πικρίζω
πικρίλα
πικρό
πικροδάφνη
πικρός
πικρόχολος
πιλάφι
πίλος
πιλοτάρισμα
πιλοτάρω
πιλοτή
πιλοτήριο
πιλοτική
πιλοτικό
πιλοτικός
πιλότος
πίνακας
πίνακας ανακοινώσεων
πίνακας οργάνων
πινακίδα
πινακίδα αυτοκινήτου
πινάκιο
πινακοθήκη
πινγκ πονγκ
πινδαρικός
Πίνδαρος
πινέζα
πινελιά
πινέλο
Πίνετε γάλα;
πίντα
πίνω
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close